Μια μέρα ο Διογένης

Μια μέρα, ο Διογένηςέτρωγε ένα πιάτο φακές, όταν πέρασε ένας απεσταλμένος του άρχοντα και του είπε: "Α, Διογένη! Αν μάθαινες να μην είσαι ανυπότακτος και αν κολάκευες λιγάκι τον άρχοντα, δεν θα ήσουν αναγκασμένος να τρως συνέχεια φακές". Ο Διογένης σταμάτησε να τρώει, κοίταξε στα μάτια τον πλούσιο συνομιλητή του και αποκρίθηκε: "Α, φουκαρά αδερφέ μου! Αν μάθαινες να τρως λίγες φακές, δεν θα ήσουν αναγκασμένος να υπακούς και να κολακεύεις συνέχεια τον άρχοντα"]*

«..του κισσού το πλάνο ψήλωμα..» του Δροσίνη και «Φακές" Μπουκάι

“Δε θέλω του κισσού το πλάνο ψήλωμα,
σε ξένα αναστηλώματα δεμένο,
ας είμαι ένα καλάμι, ένα χαμόδεντρο,
μα όσο ανεβαίνω, μα όσο ανεβαίνω, μόνος ν’ ανεβαίνω…»

Αυτό το όμορφο παιδικό ποίημα του Γ Δροσίνη, θυμήθηκα, τη Δευτέρα 13 Ιουνίου στην πέμπτη (5) και τελευταία , για φέτος, καλοκαιριού, συνάντηση λογοτεχνικής φωνακτής ανάγνωσης, στον Ξενώνα του Θεαγενείου στην οποία οι αναγνώστριες Χριστίνα Χαριτωνίδου και η Βάσω Στάθη της εθελοντικής Ομάδας Διάβασέ μου διάβασαν, στην ομάδα τις «Φακές" ένα κείμενο από το «Βιβλίο αυτογνωσίας και αυτοβοήθειας» του *Αργετίνου Χόρχε Μπουκάι, «Να σου πω μια ιστορία».
Και η συζήτηση που ακολούθησε αφορούσε ένα τόσο παλιό αλλά και τόσο σύγχρονο κοινωνικό θέμα που αφορά τον τρόπο αλλά και τα μέσα που χρησιμοποιούν, πολλές φορές, οι άνθρωποι, προκειμένου να ξεχωρίσουν και να αναρριχηθούν στις υψηλότερες κοινωνικές θέσεις, ικανοποιώντας αποκλειστικά και μόνο τις φιλοδοξίες τους, αδιαφορώντας για την αξιοπρέπεια τους.
Στην τελευταία αυτή συνάντηση το κλίμα, στην ομάδα, ήταν ιδιαίτερα συγκινητικό και χαρούμενο αφενός γιατί (όπως μας είπαν) ευχαριστήθηκαν πολύ αυτές τις αναγνώσεις -συζητήσεις και το κυριότερο, οι περισσότεροι της ομάδας έπαιρναν σιγά σιγά το δρόμο της αποθεραπείας και ξαναγύριζαν στα σπίτια τους!!!
Έτσι, και αφού ευχαριστήσαμε εαυτούς και αλλήλους, πολύ ευχαριστημένοι/ες, ευχηθήκαμε υγεία γι όλους/ες και ένα καλό ξέγνοιαστο καλοκαίρι.
Στη συνάντηση αυτή παρούσες η Vasso Koromina και η αφεντιά μου, Βήθη Κανούτα.

Στην αρχαία Αθήνα δεν υπήρχε πιο φθηνό φαγητό από τις φακές. Όποιος έτρωγε, σήμαινε ότι βρισκόταν σε κατάσταση απόλυτης ανέχειας.